Ποιον; Εσένα! Αυτά που σου συμβαίνουν. Αυτά που νιώθεις. Αυτά που κάνεις. Αυτά που θέλεις. Τους τρόπους που σχετίζεσαι με τους άλλους, αλλά και με τον εαυτό σου. Και τελικά μέσα από αυτό, να καταλάβεις και τους άλλους. Τους γύρω σου. Αυτούς που διάλεξες να είναι στην ζωή σου, και αυτούς που δεν διάλεξες. Να καταλάβεις τι γίνεται, τι έγινε, και πώς. Και έτσι να μπορείς να έχεις περισσότερες επιλογές για το τι θα γίνει στη ζωή σου στο μέλλον.
Ξέρω πως είναι να νιώθεις χαμένος. Να μην μπορείς να καταλάβεις ποιος είσαι. Πού αρχίζεις και πού τελειώνεις. Να αναρωτιέσαι τι μπορεί να νιώθεις και γιατί νιώθεις έτσι. Μπορεί και να μην ήξερες ποτέ. Μπορεί να αναρωτιέσαι ακόμη και για αυτά που ήξερες. Μπορεί να μην έχεις καμία σταθερά, κανένα σημείο αναφοράς. Μπορεί το μυαλό σου να σε πάει μια από δω μια από κει. Μια να είναι άσπρα και μια μαύρα, μια καλά μια άσχημα. Μπορεί κάλλιστα, απλώς να έχουν δίκιο οι άλλοι και να τα σκέφτεσαι πολύ, ή μπορεί να μην τα σκέφτεσαι αρκετά. Μπορεί να έχουν δίκιο και απλά να τεμπελιάζεις, να μην είσαι αρκετά καλή/ός, να είσαι πολύ αναίσθητη/ος ή πολύ ευαίσθητη/ος.
Αλλά ξέρεις τι; Μπορεί και να μην έχουν δίκιο. Μπορεί απλά να χρειάζεσαι κάτι, μια βοήθεια, μια ώρα με τον εαυτό σου, για να βρεις τα πατήματά σου. Να βρεις τα σύνορά σου. Να βρεις ποια είναι όντως δικά σου, και από μέσα σου, και ποια μάλλον τα πίστεψες επειδή στα είπαν πολύ πειστικά ή επειδή τα σκέφτηκες έτσι κάποτε, και ταίριαξαν στη λογική σου. Μπορεί όμως να μην είναι έτσι τελικά, απλά να βόλευαν έτσι, ή να ταίριαζαν με αυτόν τον τρόπο. Μπορεί να χρειάζεσαι συμπαράσταση στο μεγάλο και δύσκολο έργο του να τα αμφισβητήσεις, να τα επανατοποθετήσεις. Να τα κάνεις πιο δικά σου. Και κάπου εκεί, να νιώσεις πιο «εσύ» μέσα στη ζωή σου.
Όταν βρίσκεις εσένα, ή ακόμη καλύτερα, όταν βρεις τον τρόπο να βρίσκεις τον εαυτό σου κάθε φορά, σε κάθε κατάσταση - τότε όλα αλλάζουν. Τότε μπορείς να είσαι, αληθινά και βαθιά, και τότε μπορείς και να ορίζεις τη ζωή σου. Και τι είναι η ζωή μας, αν δεν είναι και αυτή με την σειρά της ένας ορισμός του εαυτού μας; Ένας τρόπος ύπαρξης δηλαδή, τον οποίο τον φτιάχνουμε και μας φτιάχνει, ξανά και ξανά; Και πως θα μπορούσαμε να αισθανθούμε εντάξει, πόσο θα αντέχαμε (και πόσο θα αντέξουμε) να υπάρχουμε σε ζωές που δεν ορίζουμε εμείς και που δεν θέλουμε να μας ορίσουν και αυτές; Όχι και πολύ.
Θεωρώ ότι τελικά αυτό μας αρρωσταίνει, σε ψυχή ή/και σε σώμα: να ζούμε ζωές που δεν ορίζουμε, και που (φυσικά και επόμενα) αντιστεκόμαστε στο να μας ορίσουν και αυτές. Και αυτό είναι που μας δημιουργεί και πολλά από τα άγχη μας, ή μας κάνει να αισθανόμαστε μοναξιά ανάμεσα στους ανθρώπους μας. Αυτό είναι ίσως που μας εμποδίζει να δεχτούμε μια απώλεια, ίσως να την κάνει εντελώς ασύλληπτη, αφόρητη. Και ο πόνος… αχ αυτός ο πόνος… Ποιος να αντέξει τον πόνο όταν είναι συνεχής και αδιάκοπος; Ποιος, αν η ζωή του δεν έχει νόημα με αυτό το «δύσκολο», με αυτό το άγχος, με αυτή τη μοναξιά, αυτή την απώλεια;
Αυτό είναι το σημείο που αλλάζει τα πράγματα για μας: όταν μπορούμε να βρούμε κουράγιο να μείνουμε στα δύσκολα που έχουν νόημα για μας, ή να φύγουμε από τα δύσκολα που δεν έχουν.